-
1 ἔπ-αρχος
ἔπ-αρχος, ὁ, der mit dem Oberbefehl betrau't ist, der Vorgesetzte, Befehlshaber; νεῶν Aesch. Ag. 1200; bes. in einer Provinz, τῆς Σουσιανῆς Pol. 5, 46, 7; Τάραντος Plut. Flamin. 1; τεκτόνων, τῶν τεχνιτῶν, Cic. 32 Brut. 51; bei den Römern der Proconsul od. Proprätor, Statthalter der Provinz, Plut. u. A.; τῆς αὐλῆς, praefectus praetorio, Galb. 2. Vgl. ὕπαρχος.
-
2 επαρχος
- ου ὅ1) эпарх, командующий(Κιλίκων, νεῶν Aesch.)
2) правитель; в Риме (лат. praefectus) префект, наместник(τῆς Σουσιανῆς Polyb.; Τάραντος Plut.)
3) начальникἔ. τῆς αὐλῆς Plut. (лат. praefectus praetorio или praetorii) — начальник преторианцев;
См. также в других словарях:
Σούσα — Αρχαία περσική πόλη, πρωτεύουσα της Σουσιανής. Βρισκόταν στη μέση μιας γόνιμης πεδιάδας, στην αριστερή όχθη του ποταμού Χόασπη. Σύμφωνα με την παράδοση, πήρε το όνομά της από το πλήθος των κρίνων που φύτρωναν στην περιοχή και που στα περσικά… … Dictionary of Greek
NISAEI Equi — olim illustres, in Mediae campo, Nisaeo, qui proceri admodum erant corporis. Herodot. in Polybymn. Ἔςι πεδίον μέγα τῆς Μηδικῆς, τῷ ὄνομά ἐςι Νίσαιον᾿ τοὺς ὦν δὴ ἵππους τοὺς μεγάλους φέρει τὸ πεδίον τοῦτο. Mediae campus est magnus, Nisaeus nomine … Hofmann J. Lexicon universale
Ιράν — Επίσημη ονομασία: Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν Παραδοσιακή ονομασία: Περσία Έκταση: 1.648.000 τ. χλμ. Πληθυσμός: 65.540.226 (2002) Πρωτεύουσα: Τεχεράνη (6.758.845 κάτ. το 1996)Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Β με το… … Dictionary of Greek
Αλεξάνδρεια — I (αιγυπτ. Al Iskandariyah, διεθν. Alexandria).Πόλη (3.806.300 κάτ. το 2002) της Αιγύπτου, η δεύτερη κατά σειρά μεγέθους και το σπουδαιότερο λιμάνι της. Βρίσκεται στη βορειοδυτική κορυφή του Δέλτα του Νείλου σε μια στενή γλώσσα ξηράς, που χωρίζει … Dictionary of Greek
αρχέλαος — I Μυθολογικό πρόσωπο. Ηρακλείδης, γιος του κατακτητή του Άργους Τημένου, που τον έδιωξαν οι αδελφοί του και πήγε στον βασιλιά της Μακεδονίας Κισσέα. Εκείνος του υποσχέθηκε ότι θα του δώσει σύζυγο την κόρη του, αν τον βοηθούσε σε μια δύσκολη… … Dictionary of Greek
Σέλευκος — I Όνομα βασιλιάδων της δυναστείας των Σελευκιδών. 1. Σ. Α’ o Νικάτωρ. Γιος του Αντίοχου, ένας από τους στρατηγούς του Φίλιππου B’ της Μακεδονίας. Ο Σ. Νικάτωρ γεννήθηκε το 355 π.Χ. και το 334 ήταν ήδη στο πλευρό του Μεγάλου Αλέξανδρου στην… … Dictionary of Greek
κισσία — Περιοχή της Ασίας, πιθανότατα στην Περσία, κατά την αρχαιότητα. Πήρε την ονομασία της από τη μητέρα του Μέμνονα, Κισσία. Την Κ. αναφέρουν ο Αισχύλος και ο Ηρόδοτος. Ο δεύτερος την ταυτίζει με την Ελυμαΐδα (Ελαμμάτ) των Βαβυλωνίων. Μερικοί θεωρούν … Dictionary of Greek
πανθεΐα — Σύζυγος του Αβραδάτα, βασιλιά της Σουσιανής, που έζησε περί το 550 π.Χ. Ήταν, κατά γενική αντίληψη, η ωραιότερη γυναίκα της Ασίας στην εποχή της. Αιχμαλωτίστηκε από τον Κύρο τον Μεγάλο, αλλά δεν κακοποιήθηκε, γι’ αυτό και ο Αβραδάτας, σε ένδειξη… … Dictionary of Greek
Αβραδάτας — (6ος αι. π.Χ.).Βασιλιάς της Σουσιάνης το 546 π.Χ. Αναφέρεται από τον Ξενοφώντα, άλλοτε ως εχθρός και άλλοτε ως φίλος του Κύρου. Η γυναίκα του Πάνθεια ήταν ονομαστή για την αρετή και την ομορφιά της. Όταν ο Α. σκοτώθηκε σε μια μάχη εναντίον των… … Dictionary of Greek
Charax Spasinu — Charax Spasinu, or Charax Pasinu, Charax Spasinou (Ancient Greek: Σπασίνου Χάραξ), Alexandria (Greek: Ἀλεξάνδρεια), and Antiochia in Susiana (Greek: Ἀντιόχεια τῆς Σουσιανῆς) was an ancient port at the head of the Persian Gulf, and the capital of… … Wikipedia
Αχαιμενίδες — Περσική προϊσλαμική δυναστεία, που ονομάστηκε έτσι από τον Αχαιμένη ο οποίος, σύμφωνα με την παράδοση, ήταν πρόγονος του Κύρου. Υποτελείς στην αρχή των Μήδων βασιλιάδων και βασιλιάδες του Ανσάν (Ελάμ ή Σουσιανής, στη νοτιοδυτική Περσία) οι Α.… … Dictionary of Greek